Τι ταΐζουμε τα παιδιά μας -  Παιδική παχυσαρκία

27/09/2023

Η παιδική παχυσαρκία παραμένει μια σοβαρή συνεχιζόμενη παγκόσμια ανησυχία για την υγεία, που πλήττει τα παιδιά και τους εφήβους στην χώρα μας, απειλώντας την υγεία των αυριανών ενηλίκων και τη μακροζωία τους.

Έχουμε εμπιστευτεί την υγεία των παιδιών μας και έχουμε αναθέσει την διατροφή τους σε κάθε είδους ταχυφαγείο ή εστιατόριο

Η παιδική παχυσαρκία αποτελεί μείζονα ανησυχία, επειδή μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά προβλημάτων υγείας αργότερα στη ζωή, όπως διαβήτη τύπου 2, καρδιακές παθήσεις και ορισμένους τύπους καρκίνου.
Παρά τις προσπάθειες, η παιδική παχυσαρκία παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα στην Ελλάδα. Χρειάζεται περισσότερη δουλειά για την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών του προβλήματος, και την προώθηση υγιεινών συμπεριφορών και καθημερινής άσκησης, από όλη την οικογένεια

Η πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας μέσω της προώθησης της υγιεινής διατροφής, της δραστηριότητας και του περιβάλλοντος θα πρέπει να είναι πρωταρχικός στόχος, καθώς η επίτευξη αποτελεσματικών και μακροχρόνιων αποτελεσμάτων με την τροποποίηση του τρόπου ζωής μόλις η παχυσαρκία εγκατασταθεί, είναι δύσκολη.

Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες με το μεγαλύτερο πρόβλημα, καθώς τα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων και στα δύο φύλα, τόσο μεταξύ των ενηλίκων όσο και των ανηλίκων, είναι άνω του μέσου ευρωπαϊκού όρου.

Η παιδική παχυσαρκία αποτελεί αυξανόμενο πρόβλημα στην Ελλάδα. Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό BMC Public Health το 2016, ο επιπολασμός της παχυσαρκίας στα ελληνικά παιδιά ηλικίας 6-11 ετών ήταν 21,7%.

Στατιστικά στοιχεία

Όσον αφορά την παιδική παχυσαρκία (και στα δύο φύλα στις ηλικίες έως πέντε ετών), στην Ελλάδα το ποσοστό εκτιμήθηκε για το 2020 στο 13,9%, σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (7,9%). Η χώρα μας εμφανίζεται να έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας μετά την Ουκρανία (17%) και την Αλβανία (14,6%).

Στις ηλικίες 5 έως 9 ετών (με βάση στοιχεία του 2016) η Ελλάδα εκτιμήθηκε ότι έχει ποσοστό υπέρβαρων 41% (αγόρια 45,2% - κορίτσια 36,5%), αρκετά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο 29,5% (αγόρια 32,1% - κορίτσια 26,6%). Το ποσοστό παχύσαρκων παιδιών 5-9 ετών στην Ελλάδα εκτιμήθηκε σε 17,8% (αγόρια 21,2% - κορίτσια 14,2%), έναντι μικρότερου μέσου ευρωπαϊκού όρου 11,6% (αγόρια 14% - κορίτσια 9,1%).

Αναφορικά με τους εφήβους (10-19 ετών, με βάση στοιχεία 2016), το ποσοστό υπέρβαρων στην Ελλάδα υπολογίστηκε σε 35,3% (αγόρια 39,2% - κορίτσια 31,3%), έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 24,9% (αγόρια 26,7% - κορίτσια 22,9%). Το ποσοστό των παχύσαρκων εφήβων στη χώρα μας εκτιμήθηκε σε 11,7% (αγόρια 14,4% - κορίτσια 8,8%) έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 7,1% (αγόρια 8,6% - κορίτσια 5,6%).

Συμπεριφορά της διατροφής

Είναι πολλές δεκαετίες τώρα που η λειτουργία της Ελληνικής οικογένειας έχει αλλάξει όσον αφορά την διατροφή και την συμπεριφορά της διατροφής. Μία από τις μεταβλητές είναι ότι σε ένα μεγάλο ποσοστό η μητέρα άφησε το σπίτι και μπήκε στην αγορά εργασίας.
Η εικόνα της μητέρας που είναι στο σπίτι, μαγειρεύει και περιμένει τα παιδιά να γυρίσουν από το σχολείο να τους βάλει να φάνε, αποτελεί, τουλάχιστον για τις μεγάλες πόλεις, μακρινή ανάμνηση. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, εκτός ίσως από ορισμένες περιοχές της χώρας μας, κυρίως στην επαρχία, η μητέρα εργάζεται και λείπει από το σπίτι πολλές ώρες.

Η εργασία της μητέρας μπορεί να έχει αντίκτυπο στα τρόφιμα που καταναλώνουν τα παιδιά, καθώς σε πολλά νοικοκυριά οι μητέρες είναι συχνά υπεύθυνες για τον προγραμματισμό και την προετοιμασία των γευμάτων. Ανάλογα με το πρόγραμμα εργασίας της μητέρας και άλλες ευθύνες, μπορεί να έχει περισσότερο ή λιγότερο χρόνο για τον προγραμματισμό και την προετοιμασία των γευμάτων, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τη διατροφική ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνουν τα παιδιά.

Για παράδειγμα, μια μητέρα που εργάζεται πολλές ώρες εκτός σπιτιού μπορεί να έχει λιγότερο χρόνο και ενέργεια για να σχεδιάσει και να ετοιμάσει υγιεινά γεύματα. Αυτό οδηγεί σε μεγαλύτερη εξάρτηση από τα έτοιμα τρόφιμα, τα οποία είναι συχνά πλούσια σε θερμίδες, λιπαρά και αλάτι και χαμηλά σε θρεπτικά συστατικά. Από την άλλη πλευρά, μια μητέρα, που εργάζεται από το σπίτι ή έχει πιο ευέλικτο πρόγραμμα μπορεί να έχει περισσότερο χρόνο για να σχεδιάσει και να προετοιμάσει υγιεινά γεύματα χρησιμοποιώντας φρέσκα υλικά.

Δεν είναι λίγες οι οικογένειες που λόγω εργασίας των γονιών μέχρι αργά το απόγευμα ή το βράδυ, αναγκάζονται να αναθέσουν την διατροφή των παιδιών τους σε παππού και γιαγιά. Πιστεύω όλοι γνωρίζουμε ότι πολλές γιαγιάδες πάσχουν από το «κατοχικό σύνδρομο» και ταΐζουν τα παιδιά υπερβολικά. Γιαγιάδες που ναι μεν μαγειρεύουν φαγητό με φρέσκα τρόφιμα, ακολουθώντας την μεσογειακή διατροφή, αλλά επειδή τα βλέπουν αδύνατα ή τους είναι αδύνατον να δεχθούν ότι το παιδί είναι χορτάτο τα μπουκώνουν και είναι πρόθυμες να υποκύψουν στις απαιτήσεις τους για πατάτες τηγανητές, μακαρόνια, μπριζόλες, χάμπουργκερ και ότι άλλο αυτά θα ζητήσουν. «Μα δεν το βλέπετε πόσο αδύνατο είναι;», «θα πεθάνουν έτσι νηστικά που τα αφήνετε», «τι γονείς είστε εσείς που δεν δίνετε στο παιδί σας να φάει; Πετσί και κόκκαλο έμεινε», «να σου φτιάξω χρυσό μου μια μπριζολίτσα να φας;», είναι πολύ συχνές φράσεις που λένε οι γιαγιάδες κυρίως, για παιδιά που όχι μόνο νηστικά δεν είναι αλλά πολλές φορές είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα.

Στην Ελληνική πραγματικότητα, κυρίως για τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, είναι πολύ συνηθισμένη η εικόνα των παντός είδους ντιλίβερι να εφοδιάζουν τα σπίτια μεσημέρι βράδυ, με έτοιμη τροφή. Είναι σύνηθες για πολλά παιδιά που γυρίζουν το μεσημέρι από το σχολείο να παραγγέλνουν το φαγητό τους απ' έξω, όπως πίτσες, σουβλάκια, μπιφτέκια, χάμπουργκερ, πατάτες τηγανητές, τροφές με πολύ ζάχαρη και αλάτι, «κακά» λιπαρά και πολλές θερμίδες. Ακόμα και αυτό το πατροπαράδοτο Κυριακάτικο τραπέζι, όπου όλη η Ελληνική οικογένεια συγκεντρωνόταν και έτρωγε το μεσημέρι το φαγητό που είχε μαγειρέψει η μητέρα, έχει αντικατασταθεί με επίσκεψη σε κάθε είδους φαγάδικα.

Η τακτική και η συμπεριφορά αυτή αφήνει ελάχιστα περιθώρια στα παιδιά να τρέφονται σύμφωνα με το πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής ή σύμφωνα με αυτό που η επιστημονική παιδιατρική κοινότητα ορίζει. Να τρέφονται δηλαδή περισσότερο με φρούτα, λαχανικά, όσπρια και ψάρι, από ότι με τροφές λιπαρές, με μεγάλη κατανάλωση κόκκινου κρέατος, αυξημένη πρόσληψη θερμίδων και τροφών «άδειων» από απαραίτητες θρεπτικές ουσίες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία και βιταμίνες.

Οι συμπεριφορικές συνήθειες που τα παιδιά αναπτύσσουν απέναντι στο φαγητό και τα τρόφιμα έχει πολύ μεγάλη σημασία και αποτελεί ομοίως ένα άλλο μεγάλο σημείο που οδηγεί σε κακή διατροφή, που μπορεί να καταλήξει σε υπερβαρότητα και παχυσαρκία.

Οι διατροφικές συνήθειες και η στάση της ίδιας της μητέρας και του πατέρα απέναντι στο φαγητό μπορεί να επηρεάσουν αυτές των παιδιών τους. Για παράδειγμα, εάν μια μητέρα είναι επιλεκτική στην κατανάλωση φαγητού ή έχει αρνητική στάση απέναντι σε ορισμένα τρόφιμα, τα παιδιά της είναι πιο πιθανό να υιοθετήσουν επίσης αυτή την διατροφική συμπεριφορά. Από την άλλη πλευρά, αν μια μητέρα αποτελεί πρότυπο υγιεινών διατροφικών συνηθειών και θετικής στάσης απέναντι στο φαγητό, τα παιδιά της είναι πιο πιθανό να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.

Πολύ συχνά οι γονείς παραπονιούνται ότι το παιδί τους τρέφεται ανθυγιεινά, καταναλώνει γλυκά, σοκολάτες, μπισκότα, πατατάκια, γαριδάκια κλπ. Όταν όμως ερωτηθούν που τα βρίσκουν όλα αυτά και τα τρώνε, τότε αποκαλύπτεται ότι κάποιος από τους γονείς, ή και οι δύο, τα αγοράζουν και τα φέρνουν στο σπίτι επειδή αρέσουν στους ίδιους να τα καταναλώνουν. Είναι πολύ συχνός ο διάλογος: «γιατρέ το παιδί μου τρώει γλυκά, παγωτά, σοκολάτες. Πέστε του σας παρακαλώ ότι δεν πρέπει». Η απάντηση στην πρόταση αυτή είναι με την ερώτηση «πείτε μου σας παρακαλώ που τα βρίσκει; έχει χρήματα το παιδί και πάει και τα αγοράζει μόνο του;».
Δεν γίνεται να απαιτούμε από τα παιδιά να μην τρώνε τροφές, που θα δημιουργήσουν προβλήματα στην υγεία τους ή θα τα κάνουν παχύσαρκα και ταυτόχρονα εμείς οι ίδιοι να γεμίζουμε τα ντουλάπια και το ψυγείο με όλα αυτά. Πρέπει εμείς να δώσουμε το καλό παράδειγμα σωστής διατροφής και μετά να απαιτήσουμε από τα παιδιά μας να τρέφονται με τον ίδιο τρόπο.
Ούτε η δικαιολογία, που πολλές φορές οι γονείς εκφράζουν ότι «τα τρώω τις ώρες που δεν με βλέπουν ή κοιμούνται» ισχύει. Δεν γίνεται να πιστεύουμε ότι κάτι που κάνει κακό στην υγεία εμείς μπορούμε να το καταναλώνουμε ενώ τα παιδιά μας όχι. Τα διπλά μηνύματα που περνάμε στα παιδιά τους προκαλούν σύγχυση και τους δίνουν το δικαίωμα να φερθούν με τον ίδιο τρόπο. Αν κάποιοι από εσάς πιστεύετε στ' αλήθεια ότι το παιδί σας δεν ξέρει τι ακριβώς κάνετε, σας συμβουλεύω να το ξανασκεφτείτε. Τα παιδιά είναι πολύ έξυπνα, έχουν μεγάλη αντίληψη και είναι βέβαιο ότι γνωρίζουν πολύ καλά σε ποιο ντουλάπι είναι τα πατατάκια και οι σοκολάτες που εσείς τρώτε όταν δεν σας βλέπουν.


Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι η διατροφή αποτελεί μικρότερο πρόβλημα στην ανάπτυξη υπερβαρότητας και παχυσαρκίας, από ότι η σωματική άσκηση.

Πέρα από την υγιεινή διατροφή, η ενασχόληση των παιδιών με τον αθλητισμό και την άσκηση αποτελεί αναπόσπαστο σημείο για την αντιμετώπιση του προβλήματος παχυσαρκία.


Κωνσταντίνος Ι. Νταλούκας - Παιδίατρος - Πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων